του Sandro Moiso
Antonio Senta (με την επιμέλεια του), Οι αναρχικοί και η ρωσική επανάσταση – Gli anarchici e la Rivoluzione russa (1917-1922), Mimesis εκδόσεις, Milano-Udine 2019, σελ. 166, 16,00 euro
Τα δέκα δοκίμια που συνθέτουν το κείμενο που επιμελήθηκε ο Antonio Senta σχετικά με τη σχέση αναρχικών και ρωσικής Επανάστασης εξερευνούν ένα θέμα που συχνά έχει αντιμετωπίσει η ιστοριογραφία, όχι μόνο η αναρχική.
Σε αυτό το έργο, ωστόσο, οι συνεισφορές που συντάχθηκαν από τους Alexander Shubin, Marcello Flores, Giuseppe Aiello, Mikhail Tsovma, Selva Varengo, Pietro Adamo, Roberto Carocci, Lorenzo Pezzica, Davide Bernardini, Massimo Ortalli και από τον ίδιο τον επιμελητή, επανεξετάζουν το ζήτημα από όλες τις πιθανές γωνίες προσφέροντας έτσι μια πλούσια εικόνα της αναρχικής άποψης για τις διάφορες πτυχές της Επανάστασης από το 1917 μέχρι τα αμέσως επόμενα χρόνια.
Τα κείμενα αποτελούν έγγραφα που συντάχθηκαν με την ευκαιρία ενός σεμιναρίου που προωθήθηκε από τη βιβλιοθήκη Panizzi και από το Αρχείο Famiglia Berneri-Aurelio Chessa, που πραγματοποιήθηκε στις 1 και 2 δεκεμβρίου 2017 στο Πανεπιστήμιο της Modena και Reggio Emilia και μας φάνηκε ιδιαίτερα αποτελεσματική η σύνθεση των ιδίων που επεξεργάστηκε ο επιμελητής στην Εισαγωγή του, της οποίας εκθέτουμε μερικά αποσπάσματα παρακάτω.
Βασική για την κατανόηση αυτού του έργου είναι η διάκριση μεταξύ της ρωσικής επανάστασης και της μπολσεβίκικης επανάστασης. Δυστυχώς η άποψη πως η ρωσική επανάσταση συμπίπτει με τη μπολσεβίκικη, ή του οκτωβρίου, εξακολουθεί να είναι ευρέως διαδεδομένη. Αυτή η αναγνώριση συνεπάγεται την κρίση σύμφωνα με την οποία ο Λένιν θα ήταν ο μέγιστος πρωταγωνιστής ολόκληρης της επαναστατικής διαδικασίας που κορυφώθηκε με την εξέγερση του φθινοπώρου του 1917 και με την ίδρυση της σοβιετικής κυβέρνησης.
Η ρωσική επανάσταση είναι στην πραγματικότητα κάτι πολύ μακρύτερο και πιο περίπλοκο: ξεκίνησε το 1905 με την «αιματηρή κυριακή» και εξαπλώθηκε μέχρι το 1907, για να ηρεμήσει μέχρι τον φεβρουάριο του 1917, όταν ξέσπασε πάλι, βροντώντας μέχρι τα μέσα του 1921. Η περίοδος που εξετάζεται από αυτό το κείμενο είναι εκείνη που πηγαίνει από τις αρχές του 1917 έως το 1921-1922, με κάποιες αναφορές και excursus-παρενθέσεις σε προηγούμενα και επόμενα χρόνια. Εντός αυτής της περιόδου συμβαίνουν διάφορες φάσεις: η επανάσταση, κοινωνική και πολιτική μαζί, φιλελεύθερη και πληβειακή, του 1905-1907, εκείνη εκ των πραγμάτων αυθόρμητη του φεβρουαρίου 1917, ακολουθούμενη από την ανάπτυξη του επαναστατικού κινήματος υπό την προσωρινή κυβέρνηση, η εξέγερση του οκτωβρίου – η οποία σηματοδοτεί τον θρίαμβο της πολιτικής ως πράξη της βούλησης μιας μειοψηφίας που καταφέρνει να αλλάξει την πορεία της ιστορίας -, ο εμφύλιος πόλεμος του 1918-1920, οι προσπάθειες να δημιουργηθεί μια τρίτη επανάσταση, κοινωνική και σοβιετική, που συνετρίβησαν στο αίμα από το μπολσεβίκικο Κόμμα που έγινε Κράτος.[…] Μια συνεισφορά, εκείνη του κειμένου που έχετε στα χέρια σας, που σκοπεύει να συμβάλει στον εμπλουτισμό του ιστοριογραφικού προβληματισμού επάνω στον αναρχισμό, έναν τομέα ο οποίος κατά τις τελευταίες δεκαετίες είχε μια ποσοτική και ποιοτική εξέλιξη από την οποία προέκυψε ένας προσωρινός απολογισμός. 1.
Προστίθεται στις διάφορες ειδικές εκδόσεις, στα συνέδρια και τις πρωτοβουλίες που πραγματοποιήθηκαν με την ευκαιρία της εκατονταετηρίδας. Οι πιο οξείς μεταξύ των υποστηρικτών του ρωσικού οκτώβρη αναρωτιούνται και προβληματίζονται σήμερα για να κατανοήσουν εάν – παραθέτω από την αναμνηστική-εορταστική ομιλία στην Γερουσία του Mario Tronti στις 26 οκτωβρίου 2017 – «το πραγματικά καταστροφικό σημείο του συνολικού σχεδίου» ήταν πως τα σοβιέτ »μετατράπηκαν σε κόμμα». Καθυστερημένος στοχασμός, σίγουρα, αλλά που θα μπορούσε να είναι σημαντικός […]Επομένως, στην εκατονταετηρίδα είναι απαραίτητο να τονίσουμε το αναρχικό όραμα και την προβλεπτική κριτική του για τα αυταρχικά χαρακτηριστικά της μπολσεβίκικης επανάστασης και τα αποτελέσματά της, ως συγκεκριμένη περίπτωση μιας επανάστασης που γίνεται Κράτος. Αυτή η κριτική εμφανίζεται ήδη από το 1918-1919 και γίνεται κοινή κληρονομιά του κινήματος το 1921, μετά τη βίαιη καταστολή του μαχνοβίτικου κινήματος και της κομμούνας της Κροστάνδης-Kronstadt. Με τον θάνατο του Λένιν, το 1924, ο Errico Malatesta γράφει στη «Σκέψη και Θέληση» – “Pensiero e Volontà”: «αυτός, ακόμη και με τις καλύτερες προθέσεις, ήταν ένας τύραννος, κατέπνιξε την ρωσική Επανάσταση – και εμείς που δεν μπορέσαμε να τον αγαπήσουμε ζωντανό, δεν μπορούμε να τον θρηνήσουμε νεκρό. Ο Λένιν είναι νεκρός. Ζήτω η ελευθερία! »
Σε απόσταση εκατό χρόνων το ελευθεριακό όραμα των ρωσικών γεγονότων αναδύεται με τον πλούτο και τη διορατικότητα, την οξυδέρκεια του. Σκοπεύει να κάνει να επιζήσει η επανάσταση επί του μπολσεβικισμού, ή μάλλον να δώσει ζωή στην επανάσταση χωρίς τους δύο πυλώνες επάνω στους οποίους στηρίζεται ο μπολσεβικισμός: το κόμμα και τη μυστική αστυνομία. Με αυτόν τον τρόπο οι αναρχικοί προσπαθούν επίσης να θέσουν σε κίνηση διαδικασίες, αν και κατακερματισμένες λαϊκής αυτοκυβέρνησης, υποστηρίζοντας τα πιο ριζοσπαστικά σοβιέτ, όπως εκείνο της Κροστάνδης, ή την αυτοδιαχείριση της υπαίθρου όπως στις περιοχές που επηρεάζονται από τον μαχνοβισμό.
Αποτυγχάνουν, συντρίβονται από τον μπολσεβικισμό, από τις αντιδραστικές δυνάμεις και από ανεπαρκή ικανότητα αυτόνομης δράσης εκ μέρους των μαζών, αφήνοντας επίσης ασαφή τη προβληματική φύση της σχέσης μεταξύ της επανάστασης και της ανάγκης για την στρατιωτική της άμυνα, ήτοι μεταξύ της επανάστασης και του εμφυλίου πολέμου. Μια ριζοσπαστική αναταραχή φέρνει μαζί της έναν αναπόφευκτο βαθμό στρατιωτικού αγώνα, όπως και συνέπειες αποκτήνωσης: θα έπρεπε λοιπόν να εγκαταλείψουμε και να είμαστε ικανοποιημένοι με έναν ρεφορμιστικό γκραντουαλισμό [σταδιακές αλλαγές] ανίκανο να επηρεάσει τις κοινωνικές σχέσεις στη ρίζα τους; Υποθέτω όχι. Ωστόσο αυτά και άλλα ζητήματα που προκύπτουν από τη ρωσική επανάσταση στην αναπόσπαστη αλληλεπίδρασή τους μεταξύ της έντασης προς τη χειραφέτηση και την οδυνηρή απώλεια της ελευθερίας εξακολουθούν να φαίνονται σήμερα ανεπίλυτα.
- G. Berti, C. De Maria, L’anarchismo italiano. Storia e storiografia, Ο ιταλικός αναρχισμός. Ιστορία και ιστοριογραφία, Biblion Milano 2016 ↩